Η αρχαία Κίνα ήταν διαιρεμένη σε εννέα επαρχίες και η Χενάν ήταν γνωστή ως «Κεντρική Επαρχία». Ήταν το κέντρο των θρησκευτικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων, καθώς και των στρατιωτικών και πολιτικών γεγονότων. Η φράση «Βροχές και άνεμοι από οχτώ κατευθύνσεις συναντώνται στην Κεντρική Επαρχία» δίνει μια ιδέα της αίγλης αυτής της περιοχής.
Τέσσερις από τις οκτώ μεγάλες αρχαίες πρωτεύουσες της Κίνας, η Λουογιάνγκ (洛陽 - Luò Yáng), η Ανγιάνγκ (安陽 - Ān Yáng), η Καϊφένγκ (開封 - Kāi Fēng) και το Τσεντσόου (鄭州 - Zhèng Zhōu) βρίσκονται στην περιοχή της Χενάν. Κοντά στη Λουογιάνγκ, ανάμεσα στις κορυφές και τις κοιλάδες του βουνού Σουνγκ (嵩山 - Sōng Shān) βρίσκεται η πόλη Τανφάν (登封 - Dēng Fēng), όπου δεσπόζει ο ναός Σαολίν. Το 110 π.Χ. ο αυτοκράτορας Γου (武 - Wǔ, 140 - 87 π.Χ.) της δυναστείας Χαν (漢 - Hàn) ανέβηκε στο βουνό Σουνγκ και πρόσφερε θυσίες στον θεό του βουνού. Έτσι, άρχισε μια παράδοση που διήρκεσε μέχρι και τον 7ο αιώνα. H αυτοκράτειρα Γου Ζε Τιέν (武則天 - Wǔ Zé Tiān) τελούσε εκεί την πιο περίτεχνη όλων των αυτοκρατορικών τελετουργιών, τη θυσία Φενγκ Σιένγ (奉先 - Fèng Xiān). Κάποτε η αυτοκράτειρα έδωσε σε μια περίοδο της ηγεμονίας* της το όνομα Τανφάν (萬歲登封 - Wàn Suì Dēng Fēng - Γουάν Σουέι Τανφάν, 20 Ιανουαρίου – 21 Απριλίου 696 μ.Χ.). Επίσης λέγεται ότι εκείνη άλλαξε την ονομασία της περιφέρειας του νομού σε Ντενγκ Φενγκ, που στην κυριολεκτική της έννοια σημαίνει: «τοποθετώντας τη θυσία». Κατ' άλλους το όνομα της πόλης σημαίνει «ισχυρό φέουδο», αλλά οι ντόπιοι λένε ότι το όνομα προέρχεται από έναν προγενέστερο όρο που προφέρεται με τον ίδιο τρόπο και σημαίνει «ανεβαίνω στην κορυφή».
*Ονομασίες Περιόδων Βασιλείας (年號 - Nián Hào - Νιέν Χάο): Ονομασίες που αναφέρονται σε ολόκληρη ή σε τμήμα της ηγεμονίας ενός αυτοκράτορα. Ο πρώτος που υιοθέτησε αυτή τη μέθοδο χρονολόγησης ήταν ο αυτοκράτορας Γου (武 - Wǔ, 141 - 87 π.Χ.) της δυναστείας Χαν (漢 - Hàn), έθιμο που διατηρήθηκε μέχρι την καθιέρωση της Κινεζικής Δημοκρατίας (1912 μ.Χ). Η αυτοκράτειρα Γου Ζε Τιέν είχε χωρίσει την ηγεμονία της σε συνολικά δεκατέσσερις περιόδους που εκτείνονταν από τρεις ως τριάντα οκτώ μήνες.