ΟΣι Χάι Φα (释海法 - Shì Hǎi Fǎ)γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1921 στην κομητεία Σινγιάνγκ (荥阳 - Xíng Yáng) της επαρχίας Χενάν (河南 - Hé Nán) στην Κίνα. Το οικογενειακό του όνομα ήταν Τσου (朱 - Zhū). Ασπάστηκε τον βουδισμό από πολύ μικρή ηλικία, αφού η μητέρα του που τον μεγάλωσε μόνη της, γιατί ο πατέρας του πέθανε πολύ νέος, τον είχε ασπαστεί και ήταν πολύ αφοσιωμένη.
Το 1936, όταν ο Σι Χάι Φα ήταν μόλις δεκαέξι ετών πήγε στον ναό Γιουν Τάι (雲台 - Yún Tái), στην κομητεία Τάιπαϊ (太白 - Tài Βái) της επαρχίας Χουμπέι (湖北 - Hú Běi) και ασπάστηκε τον βουδισμό. Χειροτονήθηκε μοναχός από τον μοναχό του ναού Γι Τσουάν Λιανγκ (依傳梁 - Yī Chuán Liáng) και άρχισε να μαθαίνει σαν αρχάριος μοναχός τις τελετουργίες των βουδιστών, όπως και να απαγγέλλει αρχαία κείμενα. Μετά από λίγο καιρό άρχισε να βοηθάει τον ηγούμενο στη διαχείριση των θεμάτων του ναού.
Το 1945, ο Σι Χάι Φα έλαβε όλους τους όρκους χειροτονίας ως μοναχός στον ναό Κούι Γιουάν (歸元 - Guī Yuán) της κομητείας Χανγιάνγκ (漢陽 - Hàn Yáng) και μετά αποφάσισε να ταξιδέψει και να επισκεφθεί πολλούς γνωστούς ναούς. Έπειτα, το 1949, επέστρεψε στον ναό Γιουντάι με σκοπό να οργανώσει τους μοναχούς αναφορικά με θέματα καλλιέργειας της γης, για να πετύχουν καλή σοδειά. Με την παραγωγή φαγητού στον ναό αυξήθηκε και ο αριθμός των μοναχών, οι οποίοι ακολουθώντας τις διδαχές του Σι Χάι Φα επιμήκυναν τον διαλογισμό τους.
Όταν ο Σι Χάι Φα έγινε τριάντα έξι ετών, το 1956, έγινε δεκτός στην Κινεζική Ακαδημία Βουδιστών (中國佛教協會 - Zhōng Guó Fó Jiào Xié Huì - Τσονγκ Κουό Φο Τζιάο Σιε Χούι) του Πεκίνου. Μετά από τέσσερα χρόνια αποφοίτησε από τη σχολή και έλαβε πρόσκληση από τον ηγούμενο του ναού Πάι Μα (白馬 - Bái Mǎ) να γυρίσει πίσω και να τον βοηθήσει σε θέματα διαχείρισης πληροφοριών του ναού σε θέση υποδοχής.
Όταν το 1966 ξέσπασε η Πολιτιστική Επανάσταση (文化大革命 - Wén Huà Dà Gé Mìng, 1966-1976) στην Κίνα, οι βουδιστικοί ναοί έκλεισαν και όλοι οι μοναχοί υποχρεώθηκαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους και να ασχοληθούν με τη γεωργία κάτω από σκληρές συνθήκες. Πολλά αρχαία κείμενα και κειμήλια, όπως και βουδιστικά αγάλματα καταστράφηκαν ολοσχερώς. Όταν η Πολιτιστική Επανάσταση έφτασε στο τέλος της, το 1976, οι βουδιστικοί ναοί άρχισαν να λειτουργούν ξανά και ο Σι Χάι Φα που είχε φτάσει πενήντα επτά ετών κλήθηκε να επιστρέψει στον ναό Πάι Μα και να αναλάβει την ανέγερσή του.
Ο Σι Χάι Φα έδωσε μεγάλο αγώνα για να ανασυνταχθούν οι νόμοι που ίσχυαν για τους βουδιστικούς ναούς. Κατάφερε να γίνει καλή αναδιοργάνωση του κώδικα των μοναχών και πλέον οι μοναχοί συνυπήρχαν πιο αρμονικά, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι νέοι μοναχοί να λαμβάνουν όρκους χειροτονίας. Αυτό ήταν ένα μεγάλο επίτευγμα για τον βουδισμό μετά από μια περίοδο μεγάλης καταστροφής. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Σι Χάι Φα υπηρέτησε ως διευθυντής της Ένωσης Κινέζων Βουδιστών, όπως και Πρόεδρος της Ένωσης Βουδιστών της επαρχίας Χενάν και της πόλης Λουογιάνγκ (洛阳 - Luò Yáng). Ακόμα, έγραψε την ποιητική συλλογή «Μια Σταγόνα του Ωκεανού Νταρμα» (法海一滴 - Fǎ Hǎi Yī Dī - Φα Χάι Γι Τι) και ήταν αυτός που δώρισε την περιουσία του για την ανέγερση του ναού Σουάν Ζανγκ (玄奘 - Xuán Zàng), γνωστός και με το όνομα Τανγκ Σενγκ (唐僧 - Táng Sēng). Δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την πλήρη ανέγερση του ναού. Το έργο αυτό ανέλαβε ο μαθητής του Γιν Τινγκ Νι Σι (印定尼師 - Yìn Dìng Ní Shī), ο οποίος το έφερε εις πέρας επιτυχώς μετά το θάνατο του δασκάλου του, το 1997.
Ο Σι Χάι Φα θεωρείται ένας αξιοσέβαστος μοναχός όλων των εποχών για το έργο του. Αποτελεί μοναχό της 25ης γενιάς των μάχιμων μοναχών του ναού Σαολίν και η προσφορά και η αυτοθυσία του παραμένουν αδιαμφισβήτητες. Δεν σταμάτησε καθ' όλη τη ζωή του να μάχεται για τη διάδοση του βουδισμού και της φιλοσοφίας Τσαν (禪 - Chán) του ναού Σαολίν, αφού ο βουδισμός κατείχε άρρηκτη σχέση με τον ναό Σαολίν εκείνη την εποχή. Χάρη σ΄αυτή του την προσπάθεια συνέβαλε -κατ' επέκταση- και στη μετάδοση του Σαολίν Κουνγκ Φου στις επόμενες γενιές ,βάζοντας κι εκείνος το λιθαράκι του για να λάβει το Σαολίν Κουνγκ Φου τη θέση και το κύρος που κατέχει σήμερα.