不怕先挨打 (Bù Pà Xiān Ái Dǎ)
笑脸迎人欺 (Xiào Liǎn Yíng Rén Qī)
良师介武德 (Liáng Shī Jiè Wǔ Dé)
Μετά τον θάνατο του τελευταίου σπουδαίου μοναχού των παλαιότερων γενεών, το 2006, ο ναός Σαολίν άφησε πίσω μια εποχή. Ωστόσο, το αιώνιο πνεύμα των διδαχών του εν λόγω μοναχού φωτίζει ακόμα το μονοπάτι για τους μαθητές του και για όλους όσοι αγωνίζονται να βρουν τον δρόμο τους σε αυτή τη νέα εποχή για το Σαολίν.
Ο γέρονταςΣι Σου Σι (释素喜 - Shì Sù Xǐ, 1924 - 2006)έζησε μια μακρά και ιστορική ζωή. Όντας ο τελευταίος μοναχός που εγκαταστάθηκε στον ναό πριν από την «Απελευθέρωση» (解放 - Jiě Fàng - Τζιε Φανγκ), η οποία αναφέρεται στη νίκη των κομμουνιστών επί των εθνικιστών το 1949, αποτελεί τον συνδετικό κρίκο για τη μετάδοση των διδαχών που προέρχονται από τους δασκάλους Σαολίν της δυναστείας των Τσινγκ (清 - Qīng, 1644 - 1911 μ.Χ.).
Βίωσε πολλές τραγωδίες και αδικίες, έχοντας ζήσει την ταραχώδη εκείνη περίοδο που συνέβησαν σημαντικές αλλαγές στον ναό Σαολίν στα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Ωστόσο, η αφοσίωσή του στον ναό συνέβαλε στο να βρίσκεται πάντοτε κοντά, προστατεύοντας και υπερασπίζοντας με επιμονή τις παραδόσεις, ενίοτε με μυστικότητα.
Ακολούθως παρατίθενται ιστορικά στοιχεία για τη ζωή του σεβάσμιου Σι Σου Σι, καθώς και για την αφοσίωση και τη σημαντική συμβολή του στον ναό Σαολίν. Η μοναδική του επιθυμία και επιδίωξη ήταν πάντα μία: η διατήρηση της αυθεντικότητας της παράδοσης του Σαολίν, καθώς και η εξάπλωσή της· κυρίως της φιλοσοφίας και του βιώματος αυτού που αναφέρεται ως «Η ενοποίηση του Τσαν και του Τσουάν» (禅拳合一 - Chán Quán Hé Yī).
Ο Σι Σου Σι γεννήθηκε ως Κενγκ Τζιν Τσου (耿金柱 - Gěng Jīn Zhù) στις 27 Σεπτεμβρίου 1924 του κινεζικού σεληνιακού ημερολογίου, σε μια πολύ φτωχή αγροτική οικογένεια σε ένα μικρό χωριό έξω από την Ντενγκ Φενγκ (登封 - Dēng Fēng), η οποία βρίσκεται στην επαρχία Χενάν (河南 - Hé Nán) της Κίνας, στο κεντρικό τμήμα της χώρας, όχι μακριά από τον ναό Σαολίν.
Μισό χρόνο μετά τη γέννησή του η μητέρα του απεβίωσε. Την ανατροφή του ανέλαβε ο πατέρας του, ένας βιβλιοπώλης που είχε πολύ καλές σχέσεις με τους μοναχούς του ναού Σαολίν, οι οποίοι του παρείχαν βοήθεια όταν υπήρχε ανάγκη. Όμως έναν τρομερό χειμώνα, όταν ο Κενγκ Τζιν Τσου ήταν έντεκα ετών, ο πατέρας του πέθανε από κρυοπαγήματα μέσα σε μια αχυρένια καλύβα. Μετά από αυτό το γεγονός ο Τζιν Τσου άρχισε να ζητιανεύει για φαγητό μαζί με τα ξαδέλφια του. Συχνά βίωναν εκφοβισμό και εξευτελισμό, αλλά δεν είχαν άλλη επιλογή.
Εκείνον τον καιρό ζούσε ένας δάσκαλος-μοναχός του ναού Σαολίν με το όνομα Σι Τσεν Σου (释贞绪 - Shì Zhēn Xù), ο οποίος ταξίδευε στο χωριό για να μεταδώσει τις διδαχές του βουδισμού. Μερικοί συγχωριανοί που γνώριζαν την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Κενγκ Τζιν Τσου διηγήθηκαν την ιστορία του στον δάσκαλο, ο οποίος στη συνέχεια ζήτησε ένα χαρτί και ένα πινέλο. Έγραψε το ακόλουθο σημείωμα για το νεαρό αγόρι:
成佛在少林
Όταν ο δάσκαλος Σι Τσεν Σου τελείωσε το γράψιμο, έφυγε. Ο νεαρός Τζιν Τσου βγήκε αμέσως από το σπίτι του για να προλάβει τον δάσκαλο, αλλά έκπληκτος τον έβλεπε να απομακρύνεται τόσο γρήγορα, σαν να πετούσε. Με ένα ανοιγοκλείσιμο των ματιών του, ο δάσκαλος βρισκόταν ήδη εκατοντάδες βήματα μακριά. Καθώς έβλεπε τη φιγούρα του δασκάλου να ξεθωριάζει, ο Τζιν Τσου είπε αναστενάζοντας:
Έπειτα, ο Τζιν Τσου έτρεξε στον ναό Σαολίν για να βρει τον δάσκαλο. Μόλις έφτασε, τον βρήκε να περιμένει στην αίθουσα υποδοχής των ξένων. Τότε αντίκρισε κρεμασμένο αριστερά στον τοίχο ένα ποίημα που έλεγε:
Όλοι οι μοναχοί εξαγριώθηκαν.
Ο τόπος για την εξάσκηση του Ντάρμα χάθηκε.
Το ποίημα αναφερόταν στο έτος 1928, τον 17οχρόνο της Δημοκρατίας της Κίνας (中華民國 - Zhōng Huá Mín Guó, 1911-1949), όταν κάηκε ο ναός Σαολίν από τον πολέμαρχο Σι Γιόου Σαν (石友三 - Shí Yŏu Sān). Ο δάσκαλος Σι Τσεν Σου αντιλήφθηκε ότι ο Τζιν Τσου είδε το ποίημα και τον υπέβαλε σε μια δοκιμασία, να δημιουργήσει ένα τετράστιχο ως απάντηση. Αμέσως ο Τζιν Τσου πρόφερε:
Τα αντίποινα για την καλοσύνη ή τα δεινά θα έρθουν αργά ή γρήγορα.
Ο Τσεν Σου έμεινε άναυδος από τα λόγια του νεαρού αγοριού και δέχτηκε να μείνει στον ναό.Έτσι, ο Τζιν Τσου ήρθε για πρώτη φορά στον ναό το 1936, σε ηλικία δώδεκα ετών. Ο Σι Τσεν Σου τον χειροτόνησε αργότερα ως δόκιμο μοναχό (小沙弥 - Xiǎo Shā Mí) του ναού και του έδωσε το όνομα-Ντάρμα «Σι Σου Σι» που αντιστοιχεί στην 30ηγενιά των Σαολίν, ένα όνομα που σημαίνει «απλή ευτυχία».
Το 1942, στην ηλικία των 18 ετών, στάλθηκε στην πόλη Σιάν (西安 - Xī Ān) της επαρχίας Σανσί (山西 - Shān Xī), για να μάθει το σύνολο των «Κανόνων του Χειροτονημένου Μοναχού Μπίκου (Bhikshu)» (具足戒 - Jù Zú Jiè - Τζι Τσου Τζιε) στον ναό Τα Σινγκ Σαν (大兴善 - Dà Xīng Shàn). Αφού υποβλήθηκε σε πλήρη χειροτονία, επέστρεψε στον ναό Σαολίν.
Εκείνη την περίοδο τα καθήκοντα του Σου Σι ήταν να κόβει ξύλα, να φέρνει νερό και να κάνει διάφορες άλλες δουλειές γύρω από τον ναό. Ο Σι Τσεν Σου παρακολουθούσε τον νεαρό Σου Σι να δουλεύει καθημερινά. Παρατηρούσε την πηγαία υπομονή με την οποία έφερνε σε πέρας κάθε δουλειά, την καλή του συμπεριφορά καθώς και το ευγενές ενδιαφέρον του για τους υπόλοιπους. Έτσι, λοιπόν, αποφάσισε να ξεκινήσει να του διδάσκει την πολεμική τέχνη των Σαολίν (少林武功 - Shào Lín Wǔ Gōng). Στην πραγματικότητα πολλοί από τους μοναχούς του ναού τον συμπαθούσαν τόσο πολύ που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για το ποιος θα του μεταδώσει τις γνώσεις του. Ο Σι Σου Σι εξελίχθηκε σε μιαζωντανή εγκυκλοπαίδειακληρονομώντας την πολεμική τέχνη των Σαολίν από τους δασκάλους της δυναστείας των Τσινγκ. Είχε μάθει αμέτρητες άοπλες και ένοπλες φόρμες, καθώς και πιο σπάνιες τέχνες των Σαολίν, όπως την τέχνη του «Ντιεν Σούε (Σημεία πίεσης)» (点穴 - Diǎn Xué). Επίσης ήταν ο τελευταίος μοναχός των παλαιότερων γενεών που τελειοποίησε την τέχνη «Βουδιστικό Ροζάριο του Διαφωτισμένου» (罗汉佛珠功 - Luó Hàn Fó Zhū Gōng). Χάρη στη μεγάλη αποφασιστικότητά του αναφορικά με τη μελέτη και την εξάσκηση στο πέρασμα των δεκαετιών απέκτησε το ψευδώνυμο «Ο βασιλιάς της Γροθιάς Σαολίν» (少林拳王 - Shào Lín Quán Wáng - Σάο Λιν Τσουάν Γουάνγκ).
Κατά το διάστημα 1960-1962, ο Σι Σου Σι ήταν ο κορυφαίος μαθητής στην Κίνα και επιλέχθηκε να σταλεί στο Πεκίνο (北京 - Běi Jīng), για να δεχτεί επίσημη μόρφωση στο βουδιστικό κολέγιο της πρωτεύουσας (北京佛学院 - Běi Jīng Fó Xué Yuàn - Μπέι Τσινγκ Φο Σουέ Γιουέν). Μετά από την αποφοίτησή του επέστρεψε στον ναό Σαολίν, όπου έγινε δάσκαλος-εκπαιδευτής του Γου Κουνγκ (武功教头 - Wǔ Gōng Jiào Tóu - Γου Κουνγκ Τζιάο Τόου). Όλο αυτό το διάστημα διψούσε για γνώση προκειμένου να εξελίξει περισσότερο το Γου Κουνγκ. Προσκάλεσε αρκετούς Κινέζους δασκάλους των πολεμικών τεχνών Σαολίν (拳师 - Quán Shī - Τσουάν Σι), οι οποίοι δίδασκαν διαφορετικά στiλ, για να μοιραστεί και να συγκρίνει τις δεξιότητές τους προκειμένου να αναπτύξει και να διαδώσει την παράδοση των Σαολίν (少林文化 - Shào Lín Wén Huà - Σάο Λιν Γουέν Χουά).
Τον Δεκέμβριο του 1944, ο ιαπωνικός στρατός εγκαταστάθηκε στην Ντενγκ Φενγκ και απέκλεισε όλες τις χερσαίες εισόδους με κατεύθυνση προς την πόλη. Ο ναός Σαολίν δεν ξέφυγε από το καθεστώς τρομοκρατίας. Ο στρατηγός των Ιαπώνων οδήγησε στρατιωτική δύναμη προς τον ναό αμέτρητες φορές προκειμένου να βασανίσουν τους μοναχούς, να κλέψουν πολιτιστικά κειμήλια και να καταστρέψουν τα βουδιστικά αγάλματα.
Εκείνη την περίοδο οι στρατιώτες του αντίπαλου στρατοπέδου υπό τον στρατηγό Πι Τινγκ Τζουίν (皮定钧 - Pí Dìng Jūn) βρίσκονταν κοντά. Ο στρατηγός Πι Τινγκ Τζουίν έστειλε στον ναό τον Γουέι Νιεν Μινγκ (韦念銘 - Wéi Niàn Míng), που ήταν μέλος της παράταξης, μεταμφιεσμένο σε έναν δάσκαλο που πηγαίνει να ανοίξει ένα σχολείο, προκειμένου να εγκατασταθεί εκεί.
Τον Φεβρουάριο του επόμενου χρόνου, ένα πρωινό που οι μοναχοί του ναού βρίσκονταν στην Αίθουσα των Χιλίων Βούδα (千佛殿 - Qiān Fú Diàn - Τσιέν Φο Ντιέν) για τις πρωινές τους τελετουργίες, περισσότεροι από εξήντα Ιάπωνες στρατιώτες αναχώρησαν από την πόλη με την πρόθεση να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τον ναό.
Το μέλος της κομμουνιστικής παράταξης, ο Γουέι Νιεν Μινγκ, βρισκόταν στον ναό καθώς ανάρρωνε από μία ασθένεια. Ο Σι Σου Σι τον κουβάλησε στην πλάτη του και μαζί με τους υπόλοιπους μοναχούς διέφυγαν σε μια βουνοκορφή για να τον κρύψουν. Ωστόσο, σύντομα συνειδητοποίησαν ότι είχαν περικυκλωθεί από τον εχθρό.
Ο Γουέι Νιεν Μινγκ έδωσε το όπλο του στον Σι Σου Σι και τον διέταξε να αντισταθεί. Ο Σου Σι πήρε το περίστροφο, ανέβηκε στο ψηλότερο σημείο της βουνοκορφής και έριξε τρεις πυροβολισμούς κάτω στο φαράγγι. Αμέσως οι άλλοι μοναχοί άρχισαν να ρίχνουν πέτρες αναγκάζοντας τους Ιάπωνες στρατιώτες να υποχωρήσουν.
Για τρία ολόκληρα χρόνια, από το 1959 έως το 1961, την Ντενγκ Φενγκ έπληξε μια φοβερή ξηρασία. Εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων πολλοί μοναχοί επέστρεψαν στην κοσμική ζωή. Μόνο ο Σου Σι και δεκαέξι ακόμα μοναχοί έμειναν να προσέχουν τον ναό. Καθώς η επίμονη ξηρασία χειροτέρευε την κατάσταση, οι μοναχοί άρχισαν να φεύγουν ο ένας μετά τον άλλον. Εάν εκείνη τη χρονική στιγμή ο Σου Σι και οι υπόλοιποι μοναχοί εγκατέλειπαν το μοναστήρι, αυτό θα είχε σημάνει το τέλος για το Σαολίν.
Κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης (文化大革命 - Wén Huà Dà Gé Mìng, 1966-1976) πολλοί ερυθροφρουροί (红卫兵 - Hóng Wèi Bīng - Χονγκ Γουέι Μπινγκ) πήγαν στον ναό για να καταστρέψουν τα βουδιστικά αγάλματα και να κάψουν τα χειρόγραφα ιερά κείμενα (Σούτρα). Οι ερυθροφρουροί πίστευαν ότι ο Σι Σου Σι ήταν ένας μεγαλογαιοκτήμονας (大地主 - Dà Dì Zhǔ - Τα Τι Τσου) και για τούτο σχεδόν κάθε μέρα τον υπέβαλλαν σε δημόσιο εξευτελισμό (批斗 - Pī Dòu - Πι Τόου) για τα υποτιθέμενα εγκλήματά του.
Υπάρχουν πολλές ιστορίες που αναφέρονται στα γεγονότα της εν λόγω περιόδου και μιλούν για την κατάσταση του Σαολίν εκείνη την εποχή. Οι άνθρωποι θυμούνται το χάος που επικρατούσε στα περίχωρα του ναού και ότι ο καθένας μπορούσε να προκαλέσει καταστροφές στο εσωτερικό του.
Μια φορά συνέβη ακόμα και κάποιες νεαρές μαθήτριες να κατηγορήσουν δημόσια τον Σι Σου Σι για ταεγκλήματάτου. Τον χτυπούσαν και του προκάλεσαν σοβαρά τραύματα και μελανιές, αλλά ο Σι Σου Σι δεν χρησιμοποίησε ποτέ τις πολεμικές του ικανότητες για να αντιμετωπίσει την επίθεση εναντίον του. Αντ’ αυτού, υποδεικνύοντας μεγάλη υπομονή κατάφερε να κρυφτεί στον κοιτώνα του ναού και να παραμείνει εκεί για αρκετό χρόνο μέχρι που οι τιμωροί του έφυγαν μαζί με τους ερυθροφρουρούς.
Εκείνη την εποχή πολλά μικρά παιδιά έρχονταν στον ναό για να παίξουν, προκαλώντας όμως ζημιές στις τοιχογραφίες και τα αγάλματα με τις πέτρες και τα ξύλα που πετούσαν. Ο Σι Σου Σι κάλυπτε τους τοίχους και τα αγάλματα με το σώμα του για να τα προστατέψει. Έτσι, δεχόταν όλα τα χτυπήματα από τις πέτρες και τα ξύλα, αλλά προστάτευε τον ναό, καθώς αυτό ήταν το υπέρτατο καθήκον γι’ αυτόν.
Μερικοί άνθρωποι τον ρωτούσαν, γιατί δεν χρησιμοποιούσε την πολεμική του τέχνη για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις και τις απειλές των ερυθροφρουρών και των παιδιών κι εκείνος απαντούσε:
Προκειμένου να προστατέψει τα πολιτιστικά κειμήλια από μελλοντικές καταστροφές και αφανισμούς, ο σεβάσμιος Σου Σι βοήθησε τον ηγούμενο του ναού, τον Σεβάσμιο Σι Ντε Τσαν (释德禅 - Shì Dé Chán), να μοιράσει σε κάθε μοναχό του ναού ένα κομμάτι από τα ιερά κείμενα (Σούτρα) χαραγμένο σε μια πλάκα, προκειμένου να το απομνημονεύσουν με απόλυτη ακρίβεια. Μετά από αρκετές απαγγελίες με στόχο την απομνημόνευση, οι μοναχοί έθαψαν τις πλάκες με τα κείμενα και τα αγάλματα στο έδαφος.
Όλες οι αδικίες που υπέστη ο Σου Σι ήταν γι’ αυτόν ένα ευγενές δίδαγμα, ένας στίχος που ο ίδιος συχνά επαναλάμβανε:
Η ανοχή είναι σαν τον αρτόκαρπο (菠萝蜜 - Bō Luó Mì). Εάν εξασκήσεις την υπομονή σου, θα ανακαλύψεις ότι αυτό το κατόρθωμα είναι παρόμοιο με το να γεύεσαι το πιο γλυκό φρούτο στον κόσμο, τον αρτόκαρπο.
Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στον ναό Σαολίν, τόσο πριν όσο και μετά από την Απελευθέρωση, ο Σι Σου Σι κλήθηκε να διατελέσει ως ηγούμενος του ναού πέντε φορές. Η ανάληψη του συγκεκριμένου αξιώματος, ιδίως σε ταραχώδεις περιόδους σαν αυτές, κατέστη δύσκολο εγχείρημα γι’ αυτόν, καθώς εκτός των άλλων ήταν μεγάλος σε ηλικία και ως εκ τούτου αδύναμος σωματικά. Δεν μπορούσε να αναλάβει τόσο σοβαρές ευθύνες. Ως αρχηγός του ναού υπέστη πολλούς δημόσιους εξευτελισμούς κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης, ωστόσο δεν παραπονέθηκε ποτέ. Πάντοτε έστεκε όρθιος και υπηρετούσε τα καθήκοντά του.
Την περίοδο της μεγάλης ξηρασίας ήταν υποχρεωμένος να παραμείνει στον ναό και να μην το εγκαταλείψει για τα εγκόσμια όπως πολλοί άλλοι μοναχοί. Χωρίς τροφή καθοδήγησε τους υπόλοιπους μοναχούς να καλλιεργήσουν τη γη που εκτεινόταν μεταξύ του μοναστηριού και του «Δάσους με τις Παγόδες» (塔林 - Tǎ Lín - Τα Λιν), για να παραμείνουν κοντά στον ναό, να τον προστατεύουν και να είναι αυτάρκεις. Τους έμαθε πού να βρίσκουν βρώσιμα βότανα και φλοιούς δέντρων. Αρκετές φορές κόντεψε να πεθάνει από την πείνα, γιατί έδινε το φαγητό που έβρισκε στους άλλους. Ωστόσο, η τέχνη του διαλογισμού τον βοηθούσε να επιβιώνει και να ξεπερνά τις δυσκολίες συνεχίζοντας να καθοδηγεί τους άλλους μοναχούς.
Η τέταρτη φορά που ο Σου Σι διετέλεσε ηγούμενος ήταν όταν η τάξη στον ναό Σαολίν άρχισε να αποκαθίσταται. Η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να προσφέρει βοήθεια για την αναστήλωση του ναού το 1974, αλλά οι διαδικασίες προχωρούσαν με αργούς ρυθμούς. Την πρώτη μέρα που ο Σου Σι ανέλαβε τα καθήκοντά του ως ηγούμενος κατά τη διάρκεια της 4ηςθητείας του, οδήγησε αμέσως τους μοναχούς να ξεκινήσουν τη σκληρή δουλειά για την αναστήλωση του ναού.
Το 1990 ήταν η πέμπτη φορά που διετέλεσε ως ηγούμενος. Εκείνη την εποχή η ομαλότητα είχε επιστρέψει στην καθημερινή ζωή του ναού, αλλά η αναστήλωση του ναού είχε μείνει σε στασιμότητα. Ο Σου Σι ανέλαβε πρώτα την αποκατάσταση της «Αίθουσας του Ντάρμα» (法堂 - Fǎ Táng), καθώς και των «Πύργων της Καμπάνας και του Τυμπάνου» (钟鼓楼 - Zhōng Gǔ Lóu). Έφτιαξε το δάπεδο στο εσωτερικό του ναού και αναστήλωσε τα υπόλοιπα κτίσματα.
Αυτό που κάνει την ιστορία του Σι Σου Σι αξιοσημείωτη είναι ότι παρόλη τη χαοτική κατάσταση που βίωσε, είχε να αντιμετωπίσει και τη σωματική του καχεξία. Στην ηλικία των τριάντα ετών έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο. Αργότερα διαγνώστηκε με τη νόσο του Πάρκινσον. Το 1983, όταν κόντευε τα εξήντα έτη, άρχισε να υποτροπιάζει χάνοντας μέρος του κινητικού συντονισμού των ποδιών του. Παρ' όλα αυτά εκείνος συνέχισε να εξασκεί την πολεμική τέχνη του Σαολίν και, μάλιστα μαζί με τον Σεβάσμιο Ντε Τσαν και άλλους δημιούργησαν την «Ομάδα για την ανακάλυψη και τη συστηματοποίηση των πολεμικών τεχνών των Σαολίν» (少林武术挖掘整理小组 - Shào Lín Wǔ Shù Wā Jué Zhěng Lǐ Xiǎo Zǔ - Σάο Λιν Γου Σου Γουά Τζιε Τσενγκ Λι Σιάο Ζου). Ως αρχηγός της ομάδας αυτής έφερε στην επιφάνεια, συνέλεξε και ταξινόμησε ορισμένες ξεχασμένες παραδοσιακές τέχνες του Σαολίν Γου Γκουνγκ που συνδυάζουν τεχνικές πυγμαχίας (拳法 - Quán Fǎ - Τσουάν Φα) και φόρμες (套路 - Tào Lù - Τάο Λου). Έπειτα, τις συμπεριέλαβε σε δημοσιευμένα συγγράμματα, όπως «Η Μυστική Μετάδοση της Πολεμικής Τέχνης των Σαολίν» (少林拳术秘传 - Shào Lín Quán Shù Mì Chuán - Σάο Λιν Τσουάν Σου Μι Τσουάν).
Το 1987, ο ηγούμενος Σι Σινγκ Τζενγκ απεβίωσε. Έξι χρόνια αργότερα, το 1993, απεβίωσε και ο επίτιμος ηγούμενος Σι Ντε Τσαν. Εκείνη την περίοδο είχε εγκαθιδρυθεί στον ναό Σαολίν μια «Επιτροπή ρύθμισης ζητημάτων» (管理委员会 - Guǎn Lǐ Wěi Yuán Huì - Γκουάν Λι Γουέι Γιουάν Χουέι) της οποίας επικεφαλής ήταν ο Σου Σι. Όμως στη δεκαετία του ’90 η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί και έπρεπε να αποσυρθεί.
Η νόσος του Πάρκινσον που τον ταλαιπωρούσε, εξελισσόταν αρνητικά. Ο Σου Σι έχασε τον κινητικό έλεγχο του δεξιού του χεριού και αντιμετώπιζε προβλήματα ομιλίας. Ωστόσο, από τη στιγμή που κανένας αρνητικός εξωτερικός παράγοντας δεν μπορούσε να επηρεάσει το πνεύμα του, εκείνος συνέχιζε να ζει μέσα στηναπλή ευτυχία, όπως ήταν και το όνομα-Ντάρμα του, αντιμετωπίζοντας από τη μία πλευρά την ασθένειά του με χαμόγελο και από την άλλη πλευρά, όλους τους ανθρώπους με υπομονή, ευγένεια και συμπόνια.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Σου Σι συνέβαλε στο να μάθουν πολλοί άνθρωποι την παράδοση των Σαολίν. Αναφέρεται ότι οι μαθητές του ξεπερνούσαν σε αριθμό τους τριάντα χιλιάδες, οι οποίοι προέρχονταν από κάθε επαρχία της Κίνας, αλλά και από όλον τον κόσμο. Ο πιο κοντινός του μαθητής και μοναχός ήταν ο δάσκαλος Σι Ντε Γιανγκ (释德扬 - Shì Dé Yáng) που ήταν από τους πρώτους που τον ακολούθησαν. Άλλοι μαθητές του υπήρξαν οι μεγάλοι δάσκαλοι Σι Ντε Τσιαν (释德虔 - Shì Dé Qián), Σι Ντε Τζιεν (释德建 - Shì Dé Jiàn) και Σι Ντε Ρου (释德如 - Shì Dé Rú).
Στις αρχές του 21ουαιώνα ο Σι Σου Σι μαζί με τον καλύτερο μαθητή του, τον δάσκαλο Ντε Γιανγκ και είκοσι περίπου μαχητές-μοναχούς (武僧 - Wǔ Sēng) ταξίδεψαν στην επαρχία Φου Τζιέν (福建 - Fú Jiàn) με σκοπό την αποκατάσταση του νότιου ναού Σαολίν (南少林寺 - Nán Shào Lín Sì) στην Που Τιέν (莆田 - Pú Tián). Ο ναός αυτός υπήρξεδεύτερο σπίτιγια τον Σου Σι, ενώ χάρη σε εκείνον, το μοναστήρι στην Που Τιέν λειτουργεί μέχρι σήμερα με μοναχούς που ακολουθούν την παράδοση των Σαολίν.
Το 2002, οι μαθητές του Σου Σι έχτισαν μια παγόδα για τον δάσκαλό τους στο «Δάσος της Παγόδας». Αποτελεί μεγάλη τιμή για έναν μοναχό να έχει μια δική του παγόδα ενόσω βρίσκεται εν ζωή. Μάλιστα, ήταν η πρώτη φορά που κατασκευάστηκε παγόδα τα τελευταία διακόσια χρόνια. Η παγόδα αυτή απεικονίζει στοιχεία από τις διάφορες περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας που έζησε ο Σου Σι περιλαμβάνοντας εικόνες τρένου, αεροπλάνου, βάρκας, αυτοκινήτου, βιντεοκάμερας και ηλεκτρονικού υπολογιστή. Υπάρχει ακόμα μια λίθινη πλάκα με τα ονόματα των πιο κοντινών του μαθητών, αλλά και άλλων που αποδεικνύει το μεγαλείο του έργου του σε ότι αφορά τη μετάδοση του Ντάρμα στις νεότερες γενιές. Το «Δάσος της Παγόδας» αποτελεί σήμερα ένα μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς υπό προστασία. Η παγόδα του σεβάσμιου Σου Σι είναι η τελευταία που συμπεριλήφθηκε.
Το 2004 έγινε ένας μεγάλος εορτασμός στον ναό Σαολίν για τα 80α γενέθλια του Σι Σου Σι. Ο χώρος κατακλύσθηκε από μοναχούς, μαθητές, λαϊκούς άντρες και γυναίκες από όλον τον κόσμο που παρευρέθηκαν εκεί για να τιμήσουν τον μεγάλο δάσκαλο. Βέβαια, ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του έναν απλό βουδιστή μοναχό, ο οποίος σε όλη του τη ζωή δεν έκανε παρά το καθήκον του. Στην τελετή που έγινε δόθηκε στους παρευρισκομένους ως ενθύμιο για τα 80αγενέθλια του δασκάλου ένα DVD με τη ζωή και την κληρονομιά του, καθώς και μια μινιατούρα της παγόδας του.
Για περισσότερα από εβδομήντα χρόνια αφιέρωσε τη ζωή του στην προστασία και την εξάπλωση της παράδοσης των Σαολίν, περίοδος κατά την οποία συνέβαλε στην αποκατάσταση του ναού και τη διαφύλαξη των «Τριών Θησαυρών» των Σαολίν (少林三宝 - Shào Lín Sān Bǎo - Σάο Λιν Σαν Πάο), δηλαδή του Τσαν Βουδισμού, του Γου Κουνγκ και της παραδοσιακής ιατρικής (禅武医 - Chán Wǔ Yī - Τσαν Γου Γι). Οι μαθητές του διασκορπίστηκαν μακριά σε διάφορα μέρη του κόσμου προκειμένου να μεταδώσουν στις επόμενες γενιές την παράδοση των Σαολίν, ένας εκ των οποίων είναι ο δάσκαλος Σι Ντε Γιανγκ.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταυτίζονται με μια περίοδο άνθισης για το Σαολίν. Εάν εκείνος τα είχε παρατήσει όπως πολλοί άλλοι μπροστά στις τόσες δυσκολίες, το Σαολίν δεν θα είχε επιβιώσει μέχρι σήμερα.
Στις 9 Φεβρουαρίου του 2006 του κινεζικού σεληνιακού ημερολογίου, ο Σι Σου Σι απεβίωσε (圆寂 - Yuán Jì) σε ηλικία 82 ετών. Δεν υπάρχουν λέξεις για να περιγράψουν το μεγαλείο και τη συμβολή του στο Σαολίν, αλλά και γενικότερα στην ανθρωπότητα. Η κληρονομιά του παραμένει ζωντανή μέσα σε αυτούς οι οποίοι με σοβαρότητα υπηρετούν τις διδαχές του «δίχως παύση».
Πριν από το θάνατό του τον είχε επισκεφτεί ο σημερινός ηγούμενος του ναού, ο Σεβάσμιος Σι Γιονγκ Σιν (释永信 - Shì Yǒng Xìn). Καθώς κρατούσε το χέρι του Γιονγκ Σιν επανέλαβε τα λόγια που αποτελούν την τελευταία του προειδοποίηση προς όλους εμάς:
Το Σαολίν είναι Τσαν, όχι Τσουάν(少林是禅,不是拳 - Shào Lín Shì Chán, Bù Shì Quán - Σάο Λιν Σι Τσαν, Μπου Σι Τσουάν)